Η Επανάσταση της Τσαγιέρας: Κεφάλαιο 6
«Α! Το θυμάμαι αυτό το όμορφο, πορφυρό μεταξωτό φόρεμα!» αναφώνησε ο Ρέο, βγαίνοντας από την τσαγιέρα του δυο μέρες μετά και βλέποντας τη Φαλάκ να τον περιμένει. «Το φορούσες και προχθές το βράδυ, όταν γνωριστήκαμε. Φαίνεται μετάξι εξαιρετικής ποιότητας.» «Ναι» κοιτάχτηκε εκείνη αμήχανα. «Το κληρονόμησα από τη γιαγιά μου κι εκείνη από τη μητέρα της. Θεώρησα ότι δεν είναι κακή επιλογή· ίσως να κουβαλάει λίγη από την τύχη που μας έφερε κοντά.» «Το καλό που του θέλω» μουρμούρησε η Γκιούλι, μισοξαπλωμένη στο κρεβάτι της φίλης της. «Ξέρεις πόσα πληρώσαμε για να μας καθαρίσουν ένα τέτοιο κειμήλιο; Ξέρεις πόσο ακριβή έχει γίνει η πρωτεύουσα;» «Πολύ φοβάμαι, αγαπητή μου, πως ούτε ξέρω ούτε με ενδιαφέρει. Είσαι σίγουρη ότι εσύ δε θέλεις να έρθεις στην τσαγιέρα μου; Έχεις ιδέα τι καταπληκτική εμπειρία θα χάσεις;» «Πολύ φοβάμαι, αγαπητέ μου, ότι ούτε έχω ιδέα ούτε με ενδιαφέρει» απάντησε εκείνη κοροϊδευτικά. «Άλλωστε, κάποιος πρέπει να μείνει εδώ· να προσέχει μη μπει καν...