Πρωτοχρονιά
Τόλβικ, 1702 μ.Χ. Παραμονή Πρωτοχρονιάς Ο πολύ, πολύ μικρόσωμος γέρος έκατσε για λίγο στην άκρη της πιο απότομης πλαγιάς του μεγαλύτερου βουνού της περιοχής και επιθεώρησε το λεκανοπέδιο που απλωνόταν μπροστά του. Ο χειμώνας είχε βάψει τα πάντα γύρω του λευκά. Το μεγάλο ποτάμι στο βάθος γυάλιζε σαν υγρό ασήμι στο ημίφως του φεγγαριού, που πάλευε να αποκαλυφθεί πίσω από τρεχάτα σύννεφα στον ουρανό. Απόλαυσε για λίγο τη σιωπή και τη γαλήνη. Εισέπνευσε βαθιά τον ξερό, κρύο αέρα που έκανε – περιέργως – τα μέσα του να ζεσταίνονται. Έστρωσε τα παλιά αλλά καλοδιατηρημένα και φρεσκοπλυμμένα – και αφύσικα ελαφριά για την εποχή – γκρίζα ρούχα του και επιθεώρησε με προσοχή τα νύχια των χεριών και των γυμνών ποδιών του. Πεντακάθαρα , σκέφτηκε περήφανος. Όμως αμέσως το βλέμμα του ξίνισε στη θέα της λευκής, μακριάς γενειάδας του, που σερνόταν πολλά μέτρα πίσω από το σημείο που βρισκόταν. Θα ήθελε πολύ να ήταν το ίδιο πεντακάθαρη· την είχε πλύνει με καυτό νερό και την είχε αρωματίσει με τα καλύ